Η συμφιλίωση, ως μέθοδος ρυθμίσεως των κοινωνικών διαφορών, είναι τόσο παλαιά όσο και το συμφέρον της ίδιας της κοινωνίας να επιλύονται ειρηνικά οι διαφορές που αναφύονται στα πλαίσια της.
Αν ίσως εξαιρέσει κανείς τις διεθνείς σχέσεις, στις οποίες οι διάφορες μορφές συμφιλίωσης και μεσολάβησης έχουν γνωρίσει, κατά καιρούς, ιδιαίτερη άνθηση, το πεδίο των επαγγελματικών σχέσεων είναι εκείνο στο οποίο αναπτύχθηκαν και εντάχθηκαν νομικά, περισσότερο από οπουδήποτε αλλού, οι μέθοδοι επίλυσης διαφορών μέσω της παρέμβασης ενός τρίτου προσώπου.
Ως βασικότερα σημεία εκσυγχρονισμού του συστήματος ειρηνικής επίλυσης των συλλογικών διαφορών εργασίας με βάση το ν. 1876/1990, ο οποίος τροποποίησε τις αντίστοιχες διατάξεις του ν. 3239/1955, μπορούν να θεωρηθούν τα εξής:
α) Η τόνωση του διαλόγου μεταξύ των διαπραγματευόμενων μερών μέσω της κατάργησης της υποχρεωτικής διαιτησίας που αποτελούσε μέχρι τότε το κατ’ εξοχήν μέσον επίλυσης των συλλογικών διαφορών, διατηρώντας την ψυχολογία της ετερόνομης λύσης.
β) Η αποσύνδεση των μηχανισμών παρέμβασης των τρίτων, με σκοπό την επίλυση της διαφοράς, από την άσκηση της απεργίας, πράγμα που είχε οδηγήσει στο να είναι αδύνατη η ελεύθερη διαμόρφωση του συσχετισμού δυνάμεων μεταξύ των διαπραγματευόμενων μερών κατά το στάδιο αυτό.
γ) Η κατάργηση των μηχανισμών κρατικού παρεμβατισμού, όπως το δικαίωμα αναπομπής σ.σ.ε. από τον Υπουργό Εργασίας.
δ )Η κατάργηση εκείνων των θεσμών επίλυσης οι οποίοι δεν αποτελούνταν από πρόσωπα που διέθεταν τις ειδικές γνώσεις και ικανότητες για την επίλυση των συλλογικών διαφορών εργασίας.
ε) Η διαμόρφωση θεσμών, οι οποίοι θα εξασφαλίζουν την ανεξαρτησία των τρίτων προσώπων, τα οποία θα αναλάβουν να επιλύσουν τη διαφορά, με τρόπο ώστε να μην ταυτίζονται με την κυβερνητική πολιτική.
στ) Η παροχή στα κοινωνικά μέρη της δυνατότητας να διαμορφώνουν, τα ίδια, τους μηχανισμούς ειρηνικής επίλυσης των διαφορών εργασίας.
Τρείς είναι οι διαδικασίες επίλυσης διαφορών εργασίας που προβλέπονται από το ν. 1876/1990: η συμφιλίωση, η μεσολάβηση και η διαιτησία. Κάθε μία από αυτές τις διαδικασίες έχει διαφορετική αποστολή, έστω και αν οι λειτουργίες που επιτελούνται, μπορεί να επικαλυφθούν μερικά. Δημιουργείται, έτσι, ένας ολοκληρωμένος και λειτουργικά οργανωμένος μηχανισμός.